Saturday, February 6

Olia Lazaridou's Interview

Διάβαζα χθες μια συνέντευξη της ηθοποιού Όλιας Λαζαρίδου στην Athens News, και τράβηξε την προσοχή μου μια δήλωσή της, την οποία θα ήθελα να μεταφέρω εδώ με δικά μου λόγια. Έλεγε, λοιπόν, πως η μουσική, κατά την γνώμη της, είναι η ύψιστη μορφή τέχνης – υπερβαίνει ακόμα και αυτήν του θεάτρου. Προσέθεσε δε πως θα ήθελε στο μέλλον να ασχοληθεί πιο σοβαρά με την «μουσική ποιότητα των λέξεων». Είναι κρίμα που ο περιορισμένος χώρος της εφημερίδας (αν και γενναιόδωρα προσφερμένος στην περίπτωση της συγκεκριμένης συνέντευξης) δεν επαρκούσε για μια περαιτέρω εξήγηση της δήλωσης αυτής. Επειδή όμως τα λόγια αυτά προέρχονται απ’ το στόμα ενός σοβαρού ανθρώπου που μετρά τα λόγια του, και ο οποίος μάλιστα δεν είναι μουσικός, νομίζω αξίζει να διακινδυνεύσω μια σύντομη σκέψη - εικαζόμενη εξήγηση της πρότασης αυτής.

Ίσως, συλλογίζομαι, να είναι δύο τα ιδιώματα της μουσικής που θα ήταν ικανά να την ξεχωρίσουν από άλλες μορφές τέχνης. Το πρώτο είναι η «γλώσσα» του αρρήτου και το δεύτερο, η κίνηση στον χρόνο. Η γλώσσα της μουσικής δεν παραπέμπει σε σημαινόμενα, δεν σημαίνεται εννοιολογικά. Λέει κάτι με περισσή σαφήνεια αλλά, κατά παράδοξο τρόπο, αυτό που λέει δεν μπορεί να ειπωθεί. Ο κόσμος της φαντασίας και ο χώρος της ψυχής αφήνονται ελεύθεροι καθώς οι λέξεις, οι έννοιες, η λογική, οποιαδήποτε περιοριστική οριοθέτηση ή σύμβαση, καταρρέει. Έτσι, η φαντασία ανέρχεται ελεύθερη στα ύψη, η δε ψυχή γλιστρά ευκολότερα στα βάθη. Φοβερό πράγμα.
Το άλλο ιδίωμα, η κίνηση στον χρόνο, είναι πιο δύσκολο να εξηγηθεί, μου λείπουν και οι γνώσεις. Μια σκέψη μόνο έρχεται στο μυαλό μου, ότι η μουσική υπάρχει μόνο εν χρόνω. Και μάλιστα χρόνο παροντικό. Η παρτιτούρα, οι νότες, δεν είναι μουσική. Και το θέατρο υπάρχει εν χρόνω αλλά όχι στον απόλυτο βαθμό που αυτό ισχύει για την μουσική: νομίζω (και διορθώστε με αν σφάλλω εδώ) πως μπορεί κανείς να απολαύσει το θεατρικό κείμενο και στο επίπεδο μιας απλής ανάγνωσης, κάτι που δεν συμβαίνει στην μουσική. Γιατί, άραγε, το στοιχείο της εν χρόνω κίνησης είναι σημαντικό; Μα διότι, κατ’ αυτόν τον τρόπο, η μουσική «συντονίζεται» στον χρόνο της ζωής, "αλλοιώνει" την ποιότητά του, έρχεται να διαλύσει την συμβατικότητα του μέτρου του: η αρχή της Ενάτης του Μπετόβεν, φερ' ειπείν, θέτει νέα «αρχή» στον χρόνο, επιβάλλει στον δικό μας χρόνο την αίσθηση μιας απόλυτης ακινησίας. Αντίστοιχα, λχ στο τρίτο μέρος του Κοντσέρτου για Βιολί του Σιμπέλιους , ο χρόνος χάνει την βαρυτική του δύναμη, απογειώνεται πανάλαφρος σε άλλες ταχύτητες και άλλες διαστάσεις. Τα δευτερόλεπτα, τα λεπτά κι’ οι ώρες κυλούν όπως πάντα· αλλά ο χρόνος, στην εσωτερική του διάσταση, έχει «δουλωθεί» στην μουσική, κινείται πλέον στην δική της συχνότητα και πραγματικότητα. Παράδοξη, αλήθεια, η αντιφατικότητα αυτής της αίσθησης "υποδούλωσης" αλλά και "απελευθέρωσης" του χρόνου μας. Ο τελευταίος, συνεπώς, πλουτίζει σε ποιότητα, βιώνεται εντονότερα ως παρόν (αυτό το παρόν που τόσο συχνά μας ξεγλιστρά...), κερδίζει σε βάθος, ενίοτε δε, καταλύεται.

Λίγο πρόχειρα όλα αυτά, αλλά αναριωτιέμαι αν η Λαζαρίδου θα συμφωνούσε...