Μιλούσα με μια φίλη μουσικό από τη Θεσσαλονίκη, η οποία μου μετέφερε μια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση κάποιου κοινού γνωστού –επίσης μουσικού: κάθε μουσικός φθόγγος, έλεγε η παρατήρηση, έχει μια ιδιαίτερη «υπόσταση», παραπέμπει σε κάποιο εντελώς δικό του σημαινόμενο. Βρήκα την πρόταση συναρπαστική και είχα εξαρχής την αίσθηση ότι περιέγραφε μια αλήθεια – όσο και αν αυτή ήταν εξαιρετικά αόριστη και συγκεχυμένη.
Ο δικός μου προβληματισμός είχε ξεκινήσει από το ζήτημα της επιλογής της τονικότητας ενός έργου και τις συνέπειες που έχει μια αλλαγή σε αυτήν [transposition]: Το αποτέλεσμα θα είναι απολύτως ίδιο αλλά και απολύτως άλλο! Όσο εξηγήσιμο είναι το πανομοιότυπο του αποτελέσματος, άλλο τόσο ανεξήγητη είναι η διαφορετικότητα που τελικά προκύπτει.
Τί, λοιπόν, ορίζει την ιδιαιτερότητα κάθε τονικότητας, κάθε ήχου ή φθόγγου; (Δεν αναφέρομαι στην φυσική/μαθηματική αλλά την εσωτερική διάσταση). Υπάρχουν ποικίλες «συναισθηματικές ιδιότητες» που έχουν κατά καιρούς δοθεί σε νότες αλλά δεν υπάρχει κανένα απολύτως επιχείρημα που να τις πλαισιώνει. (Για ποιο λόγο να δεχτώ ότι η Μι ελάσσονα είναι «τραγικότερη» από την Μι ύφεσι κοκ;)
Αλλά το ερώτημα παραμένει:
Γιατί επιλέγεται μια τονικότητα και όχι κάποια άλλη; Γιατί ο Μότσαρτ γράφει την Μεγάλη Λειτουργία του σε Ντό ελάσσονα και όχι σε Ρε; Με ποιο κριτήριο συνθέτει ο Ραχμάνινοφ το Τρίτο κοντσέρτο σε Ρε ελάσσονα;
Ριψοκινδυνεύω την εξής (ίσως βλακώδη) εικασία: φαίνεται πως υπάρχει κάποιοι αδιόρατη σχέση ανάμεσα στην εκάστοτε μουσική έμπνευση και την πραγμάτωσή της σε συγκεκριμένη τονικότητα. Η μελωδία «συλλαμβάνεται» σε συγκεκριμένη τονικότητα και σε αυτήν αποτυπώνεται. Το ποια θα είναι αυτή η τονικότητα φαίνεται πως έχει σχέση με το ίδιο το περιεχόμενο της εκάστοτε μουσικής. Με άλλα λόγια: η μουσική υπαγορεύει την τονικότητα. Το κάθε έργο γεννιέται «μιλώντας» την γλώσσα μιας «μητρικής» τονικότητας.
Είναι αλήθεια ότι οι έγκυροι μουσικολόγοι έχουν ερευνήσει σε βάθος τους «λόγους» της εκάστοτε τονικότητας, στα έργα των μεγάλων συνθετών. Φερ' ειπείν, ο Alfred Einstein, στο εξαιρετικό βιβλίο του «Mozart, his character, his work» αφιερώνει ένα κεφάλαιο στο ζήτημα: Mozart’s choice of keys.
Αλλά φαίνεται ότι, για άλλη μια φορά, μόνο «περιφερειακές» απαντήσεις μπορούν να δοθούν στα ερωτήματα αυτά. Ο κεντρικός πυρήνας του ζητήματος φαντάζει απροσπέλαστος.
1 comment:
Γιατι ο αγαπητός blogger έχει τόσο μεγάλη αγάπη στα αδιόρατα, ανέκφραστα, άρρητα και αναπάντητα; Αντιλαμβάνομαι βέβαια πως οτιδήποτε εκφράσιμο και ορατό, εκφράζεται από την ίδια τη μουσική και δεν έχει ανάγκη τον λόγο. Όμως μήπως κρύβεται και κάτι άλλο; Μηπως αναζητείται το ωραίο, η αλήθεια, εκεί που δεν φαίνεται, επειδή έχουμε μάθει να μην εμπιστευόμαστε αυτό που φαίνεται; Μήπως η άσαρκη αλήθεια του μυαλού μας είναι προτιμότερη από την ένσαρκη -εδώ μπροστά μας- πραγματικότητα που μας καλεί στη δύσκολη περιπέτεια της εμπράγματης τριβής; Μήπως η επανάπαυση της εικαζόμενης, θεωρητικής (καλά κρυμμένης πάντοτε) αλήθειας είναι προτιμότερη από τον φόβο της διάψευσης των προσδοκιών μας από τον ρεαλισμό του ενθάδε και ορατού; Μήπως όταν τελικά μας γίνει ορατή η "αδιόρατη" αλήθεια, θα την αγνοήσουμε, γιατί εμείς αναπαυόμαστε περισσότερο στην απουσία των αδιόρατων παρά στην παρουσία των ορατών;
Όπως καταλαβαίνετε δεν σχολιάζω κάτι συγκεκριμένο (δεν είμαι μουσικός), αλλά παίρνω αφορμή για να μιλήσω για μια τάση που ίσως να υπάρχει στις καταγεγραμμένες σκέψεις του blogger μας, αλλά και μέσα σε όλους μας. Και αυτό το σε "όλους μας" δεν είναι τυπική γενίκευση ευγενείας. Διότι πώς να ερμηνευθεί το ότι ο γράφων προσπαθεί να εικάσει πίσω από τα γραφόμενα του blogger "αδιόρατες", και "ανέκφραστες" τάσεις;;;;.....
Post a Comment